Πώς ένα καλό γεύμα μας κάνει δυο φορές ευτυχισμένους

Αν νομίζετε ότι ένα καλό γεύμα ικανοποιεί μόνο τους γευστικούς σας κάλυκες, απέχετε πολύ από ολόκληρη την αλήθεια. Νέα έρευνα δείχνει ότι ο εγκέφαλος μας ανταμείβει δύο φορές για κάθε γεύμα – μία φορά όταν τρώμε και άλλη μια όταν το φαγητό φτάσει στο στομάχι μας.

Γνωρίζοντας πότε να φάμε και πότε να σταματήσουμε είναι τόσο σημαντικό που η εξέλιξη θα έπρεπε να είχε καταφέρει να το επιτύχει. Αν θυμηθούμε τις διατροφικές κραιπάλες της χριστουγεννιάτικης περιόδου, μπορούμε δυστυχώς να αναλογιστούμε για ποιο λόγο η αίσθηση της πληρότητας φαίνεται να έχει τόσο λίγη δύναμη μπροστά σε μια ακόμη μερίδα από το αγαπημένο μας σοκολατένιο γλυκό. Στο δύσκολο αυτό ερώτημα πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι ο εγκέφαλος δίνει δύο σήματα επιβράβευσης όταν τρώμε, ένα όταν βάζουμε το φαγητό στο στόμα μας και ένα δεύτερο, καθώς γεμίζει το στομάχι μας.

Η απόλαυση των αγαπημένων μας φαγητών είναι κοινή αδυναμία σχεδόν όλων μας και παρόλο που η νέα χρονιά μας βρήκε πάλι να υποσχόμαστε ότι θα χάσουμε τα παραπανίσια κιλά ή θα προσπαθήσουμε να τρώμε γενικά πιο υγιεινά, ένας νευροδιαβιβαστής που ονομάζεται ντοπαμίνη θα μπορούσε να μας εμποδίσει να τα καταφέρουμε. Η ντοπαμίνη είναι μια χημική ουσία που παίζει ρόλο στον εντοπισμό και την ενίσχυση των εμπειριών που έχουν να κάνουν με την επιβράβευση και την ευχαρίστηση.

Όπως και πολλά άλλα ευχάριστα πράγματα, η ανταπόκρισή μας στην τροφή βασίζεται στη λειτουργία της ντοπαμίνης. Όταν τρώμε, ο εγκέφαλος ενεργοποιείται για να απελευθερώσει την ουσία αυτή, η οποία βελτιώνει την αίσθηση του ότι είμαστε καλά. Οι Marc Tittgemeyer και Heiko Backes ,επικεφαλείς της ερευνητικής ομάδας του Ινστιτούτου Ερευνών Μεταβολισμού στο Max Planck της Γερμανίας, όπως και πολλοί επιστήμονες πριν από αυτούς, ήθελαν να κατανοήσουν λεπτομερέστερα αυτόν τον μηχανισμό, αλλά σε αντίθεση με τους προκατόχους τους, είχαν την τεχνολογία να το κάνουν. «Με τη βοήθεια μιας νέας τεχνικής τομογραφίας εκπομπής ποζιτρονίων (PET) που αναπτύξαμε, μπορέσαμε όχι μόνο να εντοπίσουμε τις δύο κορυφαίες στιγμές της απελευθέρωσης της ντοπαμίνης, αλλά και τις συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με αυτές τις απελευθερώσεις», δήλωσε ο Tittgemeyer.

Οι Γερμανοί επιστήμονες έδωσαν σε 12 εθελοντές είτε ένα νόστιμο milkshake είτε ένα διατροφικά παρόμοιο άγευστο ρόφημα και χρησιμοποίησαν την απεικόνιση PET για να παρατηρήσουν την ανταπόκριση του εγκεφάλου τους. Για να μεγιστοποιηθεί το αποτέλεσμα, όλοι όσοι συμμετείχαν είχαν μείνει νηστικοί από το προηγούμενο βράδυ. Τα ευρήματά τους που δημοσιεύθηκαν στο Cell Metabolism, έδειξαν ότι η αντίδραση της ντοπαμίνης ξεκίνησε μόλις οι εθελοντές ήπιαν το milkshake, αλλά γρήγορα μειώθηκε. Ωστόσο, μια δεύτερη αιχμή παρόμοιας έντασης σημειώθηκε 15-20 λεπτά μετά την κατανάλωση, σε απόκριση της καταγραφής της παρουσίας τροφής από το στομάχι. Πολλά διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου καταγράφηκαν να ερεθίζονται ως απόκριση, με κάποια παραλλαγή μεταξύ εκείνων που ανταποκρίθηκαν στη γεύση και όσων αποκρίθηκαν στην πλήρωση του στομάχου. Όπως ήταν αναμενόμενο, το άγευστο ρόφημα ενεργοποίησε μόνο τη δεύτερη απόκριση. Τα ευρήματα είναι σύμφωνα και με μελέτες σε ζώα, οι οποίες δείχνουν επίσης δύο οδούς ανταπόκρισης του εγκεφάλου στη τροφή.

Η ομάδα εξέτασε επίσης τις περιοχές του εγκεφάλου που έδειξαν απόκριση στην πείνα πριν από την λήψη των ροφημάτων και βρήκε απροσδόκητα έντονη αρνητική συσχέτιση μεταξύ αυτών και των περιοχών που ανταποκρίθηκαν στην λήψη της τροφής. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι η μεγάλη επιθυμία για τροφή αναστέλλει την απελευθέρωση της ντοπαμίνης στον πυρήνα (putamen) που βρίσκεται στην περιοχή του πρόσθιου εγκεφάλου. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι όσο περισσότερο επιθυμούμε ένα φαγητό, τόσο λιγότερο αποτελεσματικό είναι το μήνυμα ότι έχουμε φάει αρκετά και θα πρέπει να σταματήσουμε, κάτι που ενθαρρύνει την υπερκατανάλωση, ιδιαίτερα των τροφών που απολαμβάνουμε περισσότερο.

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι όσο περισσότερο γνωρίζουμε το πώς ο εγκέφαλος ανταποκρίνεται στο φαγητό, τόσο καλύτερα θα μπορούμε να ελέγχουμε την όρεξή μας. Αυτό θα μας βοηθούσε να σταματήσουμε την υπερβολική κατανάλωση αλλά και να αντιμετωπίσουμε συνθήκες όπως η ανορεξία. “Τα δεδομένα μας δείχνουν ότι οι έντονες επιθυμίες μας για συγκεκριμένα φαγητά είναι στενά συνδεδεμένες με την ντοπαμίνη. Αν δεν πάρουμε τη δεύτερη απελευθέρωση ντοπαμίνης μέσω του στομάχου, ίσως να συνεχίσουμε να τρώμε μέχρι να το κάνουμε”, εξηγεί ο Backes. Η πρόσληψη τροφής παρέχει στον οργανισμό κυρίως ενέργεια και θρεπτικά συστατικά. Στην ιδανική περίπτωση, η κατανάλωση ενέργειας και η πρόσληψη τροφής θα πρέπει να βρίσκονται σε σταθερή ισορροπία. Ωστόσο, το φαγητό έχει επίσης μια αξία ανταμοιβής: “Αν τα σήματα ανταμοιβής είναι ισχυρότερα από το σήμα ισορροπίας, τρώμε περισσότερο από το απαραίτητο, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε παραπάνω βάρος και παχυσαρκία”, συμπληρώνει ο Backes.

Μπορεί λοιπόν να αποφευχθεί η παχυσαρκία με τον έλεγχο της απελευθέρωσης της ντοπαμίνης; “Δυστυχώς, δεν είναι τόσο εύκολο”, απαντά ο Tittgemeyer. “Ο τρόπος με τον οποίο οι αντιδράσεις στο σώμα μας επηρεάζουν τις ενέργειές μας και το πώς εμείς οι ίδιοι μπορούμε να επηρεάσουμε αυτά τα σήματα, για παράδειγμα μέσω του γνωστικού ελέγχου, δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητό. Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα”.

Φωτεινή Πουρνάρα

Πηγή

Print Friendly, PDF & Email

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο